Οι αντιρρήσεις των συνηγόρων των κατηγορουμένων για το δικαίωμα παράστασης, τόσο του Δημοσίου όσο και του ΟΤΕ, ως πολιτική αγωγή στη δίκη της Siemens εξετάστηκαν κατά τη σημερινή συνεδρίαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.
Επί του ζητήματος, τοποθετήθηκε αρχικά η εισαγγελέας, ζητώντας να κριθούν αβάσιμες οι σχετικές αντιρρήσεις των κατηγορουμένων που αφορούν την ενεργητική νομιμοποίηση του ελληνικού Δημοσίου για τα αδικήματα της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας, καθώς και για την πράξη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, όπου είναι μάλιστα άμεσα παθών, αφού με αυτή "πλήττονται έννομα συμφέροντα των οποίων είναι αναμφισβήτητα ο φορέας". Τάχθηκε ακόμα υπέρ του δικαιώματος παράστασης του ΟΤΕ, αφού υπήρξε άμεση ζημία του από πράξεις των υπαλλήλων και των στελεχών του.
Η τοποθέτηση της εισαγγελέως προκάλεσε τη θετική υποδοχή των συνηγόρων του Δημοσίου και του ΟΤΕ. Από την άλλη, οι συνήγοροι των κατηγορουμένων ζήτησαν έγγραφη την αγόρευσή της για να μπορέσουν να τοποθετηθούν επί αυτής, αίτημα που οδήγησε στη διακοπή της δίκης για μία ώρα. Με αφορμή το γεγονός αυτό, τέθηκε εκ νέου το αίτημα για τήρηση μαγνητοφωνημένων πρακτικών που σύμφωνα με την απάντηση του Προέδρου, δεν επιτρέπει η υποδομή του Εφετείου…
Στις 12:30 το μεσημέρι, η δίκη συνεχίστηκε με την αγόρευση των συνηγόρων των κατηγορουμένων για το υπό κρίση ζήτημα. Αυτό που ειπώθηκε είναι ότι το Δημόσιο στερείται ενεργητικής νομιμοποίησης ως μέτοχος ανωνύμου εταιρίας (του ΟΤΕ), αφού το δικαίωμα αυτό το έχει το διοικητικό της συμβούλιο και άρα συνιστά προνόμιο κάθε απαίτηση να μην αντιμετωπιστεί ως ένας κοινός μέτοχος. Το δικαίωμα παράστασης όμως - με βάση τους ισχυρισμούς τους - δεν το έχει ούτε ο ΟΤΕ, τουλάχιστον για το σκέλος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Στο ‘οπλοστάσιο’ της επιχειρηματολογίας των συνηγόρων βρέθηκε και ο συμβιβασμός μεταξύ Siemens και Δημοσίου, το 2012, με βάση την οποία υπήρξε ρητή παραίτηση του Δημοσίου από κάθε μελλοντική απαίτησή του.
Αξίζει, ωστόσο, να σταθούμε στην αγόρευση του Αναπληρωτή Καθηγητή Νομικής (και εκπροσώπου του Γερμανού κατηγορούμενου, Τόμας Γκάνσβιντ), Ηλία Αναγνωστόπουλου. Ο κ. Αναγνωστόπουλος χαρακτήρισε την δυνατότητα παράστασης του ελληνικού Δημοσίου στη δίκη ως κατάλοιπο μιας άλλης περιόδου της ελληνικής ιστορίας, όταν το κράτος ήταν πολύ πιο αυταρχικό, λιγότερο φιλελεύθερο, με χαμηλότερη προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών. Χρησιμοποίησε μάλιστα τον όρο «δικονομικός ιμπεριαλισμός» για να αναφερθεί στα κατ΄ αυτόν προνόμια του ελληνικού Δημοσίου κατά τη διαδικασία, ενώ λίγο αργότερα μίλησε και για …ολοκληρωτισμό, καθώς «το ελληνικό Κράτος θεωρεί ότι του έχουμε μεταβιβάσει τα συλλογικά μας έννομα αγαθά».
Το δικαστήριο θα αποφανθεί για το δικαίωμα Δημοσίου και ΟΤΕ να παρασταθούν ως πολιτική αγωγή στην επόμενη συνεδρίαση, η οποία θα γίνει την Τετάρτη 05 Απριλίου, αφού πρώτα ολοκληρωθούν οι αγορεύσεις των συνηγόρων των συνολικά 64 κατηγορουμένων επί του ζητήματος.
Παρών στη συνεδρίαση το υπό σύσταση σωματείο «Δικαιοσύνη για Όλους»
«Μπορεί να "απέβαλαν" την πολιτική αγωγή των πολιτών, δεν μπορούν όμως να μας αποβάλουν από την αίθουσα» έγραψε, στη σελίδα της στο fb, την προηγούμενη μέρα, η Ζωή Κωνσταντοπούλου που παρευρέθηκε, μαζί με μέλη του υπό σύσταση σωματείου, στη σημερινή συνεδρίαση.
«Δίκη Siemens 29/3/17: διαδικασίες με ρυθμούς χελώνας, διακοπές επί διακοπών. Η βιασύνη ήταν μόνο για την αποβολή της πολιτικής αγωγής των πολιτών» ήταν το σχόλιο της, αναφορικά με τη διακοπή της δίκης για επουσιώδη λόγο.
Στη μη επίκληση της ακυρότητας του συμβιβασμού με τη Siemens από το Δημόσιο, με εντολή Τσίπρα «που μπορεί να επιφέρει την αποβολή του Δημοσίου ως πολιτικώς ενάγοντος από τη δίκη είτε (ακόμα χειρότερα) την απόλυτη ακυρότητα της απόφασης (αν και όταν βγει...)» αναφέρθηκε, από την άλλη, ο Κώστας Ζηκογιάννης:
«Δίκη Siemens:
- Το ουσιαστικό ζήτημα στη δίκη είναι ότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και ο μηχανισμός, που είχαν χτίσει μέσα στο κράτος και τις εταιρείες του (με τους υπαλλήλους τους), έπαιρναν μαύρο χρήμα από τη Siemens επί δεκαετίες.
- Αυτοί που "τα έπαιρναν", ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, συνέγραψαν δια χειρός Βενιζέλου και υπέγραψαν δια χειρός Στουρνάρα (κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά) τον παράνομο συμβιβασμό με τη Siemens και η Κυβέρνηση Τσίπρα όχι απλώς δεν τον κατήγγειλε αλλά τον εφαρμόζει, δημιουργώντας μόνο μια απλή και αυτονόητη απορία (για το πόσα είναι τελικά τα λεφτά και πόσοι - ακόμα - τα μοιράζονται...)
- Ο άκυρος αυτός συμβιβασμός δίνει επιχειρήματα είτε για την αποβολή του Δημοσίου ως πολιτικώς ενάγοντος από τη δίκη είτε (ακόμα χειρότερα) για την απόλυτη ακυρότητα της απόφασης (αν και όταν βγει...).
- Τα επιχειρήματα αυτά καταρρίπτονται αμέσως με την επίκληση της ακυρότητας του συμβιβασμού, όμως το Δημόσιο σιωπά με εντολή Τσίπρα.
Οι υπάλληλοι των κύριων ενόχων (πολιτικών και μη), οι οποίοι απέμειναν ως κατηγορούμενοι στη δίκη - χάρη στο νόμο περί (μη) ευθύνης υπουργών και όχι μόνο, μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι (ακόμα και στο ακροατήριο...): Τα αφεντικά τους, οι βασικοί ένοχοι, έχουν φροντίσει να απαλλάξουν τους εαυτούς τους και, κατ' ακολουθία, εκείνους...»