Αθήνα, 1η Ιουλίου 2015, ώρα 8.00 μ.μ., και στην τηλεόραση, τα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα φροντίζουν για την «ενημέρωσή» μας. Την «αντικειμενική» – πάνω απ' όλα!! – ενημέρωσή μας. Τα πλάνα, δείχνουν τις ουρές στις τράπεζες: χρόνος, 3-4 λεπτά. Αμέσως μετά, παίζουν οι... ουρές στις τράπεζες. Τρίτο θέμα, οι ουρές στις τράπεζες. Και τέταρτο. Και πέμπτο.
Οι τόνοι γίνονται δραματικοί, η φωνή του εκφωνητή «σπάει» σχεδόν απ' τη συγκίνηση: να κλαίει – άραγε; – εκεί στο στούντιο; Να είδε – άραγε; – τη γριά μανούλα του να περιμένει με τους άλλους συνταξιούχους στην ουρά; «Άνθρωποι που δούλεψαν όλη τους τη ζωή περιμένουν ώρες στις ουρές για 120 ευρώ» ακούγεται να λέει, φτύνοντας σχεδόν από περιφρόνηση όταν προφέρει το νούμερο: για τους «δημοσιογράφους» των μεγάλων καναλιών, τα 120 ευρώ είναι προφανώς ποσό ανάξιο ακόμη και ν' αναφερθεί.
Για κάποιους βέβαια, τα 120 ευρώ είναι – εδώ και πέντε χρόνια – ποσό τεράστιο: είναι το φαγητό της οικογένειας για ολόκληρο το μήνα. Το γεγονός ο «δημοσιογράφος» μοιάζει να το αγνοεί: όπως και η πλειονότητα των καλοπληρωμένων κοντυλοφόρων των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων, που απ' την Παρασκευή, δείχνουν να μη θυμούνται πως η Ελλάδα, είναι μια χώρα στραγγαλισμένη απ' την πενταετή λιτότητα. Για τα μίντια της διαπλοκής, η κρίση ξεκίνησε το βράδυ της περασμένης Παρασκευής (τότε, που στέλνανε τον κόσμο στα ΑΤΜ μέσα στη μαύρη νύχτα υποθάλποντας και καλλιεργώντας τον πανικό) και κορυφώθηκε απ' τη Δευτέρα, όταν οι τράπεζες κλείσανε τις πόρτες τους με ευθύνη («αντικειμενικά» πάντα μιλώντας!) «της κυβέρνησης». Της ίδιας, που «δεν ξέρει να διαπραγματευτεί». Της ίδιας που «έχασε πολύτιμο χρόνο», που «μας καλεί να ψηφίσουμε όχι στο ευρώ», που «οδηγεί τη χώρα στα βράχια». Διότι βεβαίως, για τα συστημικά μίντια, τα πάντα σ' αυτή τη χώρα στράβωσαν τη νύχτα της 25ης Ιανουαρίους, όταν «ο Τσίπρας και οι μπολσεβίκοι του» πήρανε την κυβέρνηση «λέγοντας ψέμματα στον ελληνικό λαό». Μέχρι την 24η Ιανουαρίου προφανώς, ζούσαμε στην Ελβετία, δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα και τα 120 ευρώ, τα δίναμε πουρμπουάρ στον παρκαδόρο στα παραλιακά κέντρα διασκέδασης.
Μη βιαστείτε να πείτε πως μας μαυρίζουν τη ζωή: τα συστημικά μίντια, πέρα από άποψη, έχουν και λύση!! Κι αφού έχουν σερβίρει πόνο με το γκρέιντερ, κι αφού παρουσιαστές/ριες (συγνώμη: «δημοσιογράφοι» έπρεπε να γραφεί εδώ) κλάψουν με την ψυχή τους για την ταλαιπωρία του πτωχού λαού, σερβίρουν – απροκάλυπτα – τη λύση σ' όλα μας τα δεινά: «ναι» στο δημοψήφισμα!!
Να ο τάδε επώνυμος που αγχώνεται για το μέλλον της χώρας και την «ευρωπαϊκή της προοπτική», να ο δείνα «φορέας» με κάλεσμα για «ναι» στο δημοψήφισμα (σ.σ. ενίοτε προσωπική άποψη μεταφέρει, αλλά, τραβάει κι ένα «εμείς θεωρούμε πως...» κι άντε να καταλάβει ο ταλαίπωρος τηλεθεατής/αναγνώστης πως ο «φορέας» εκπροσωπεί μόνο τον εαυτό του), να και ο – πάλι με χρόνους με καιρούς – κ. Σαμαράς να μας παροτρύνει με πατρικό ύφος να σώσουμε τους εαυτούς μας και τη χώρα, συνεπικουρούμενος από την κ. Γεννηματά, τον κ. Θεοδωράκη, τον κ. Μητσοτάκη και λοιπούς που τόσα χρόνια, μας σώζανε υπογράφοντας το στραγγαλισμό της ζωής μας. «Ναι στο δημοψήφισμα!!» επιμένουν όλοι τους, μαζί με τους «δεκάδες χιλιάδες πολίτες» που το απόγευμα της Τρίτης, συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα για να βροντοφωνάξουν το ίδιο «ναι» (σ.σ. αλήθεια ωρέ «αντικειμενικοί» «συνάδελφοι», πόσο κόσμο χωράει πια αυτή η πλατεία; Κι αν αυτοί ήταν «δεκάδες χιλιάδες» οι άλλοι, που μια μέρα πριν υποστήριζαν το «όχι» στον ίδιο χώρο και που... δεν έτυχε να τους πάρετε είδηση, πόσοι ήταν; Μισό εκατομμύριο;;; Τις φωτογραφίες του Μάριου Λώλου, και απ' τις δυο συγκεντρώσεις, δεν έτυχε να τις πάρει πουθενά το μάτι σας; ).
Κάπου εκεί, κάποιοι, αρχίζουν και πιστεύουν την πλαστή αυτή πραγματικότητα: και για όσους ακόμη κλονίζονται... υπάρχει και το ύστατο όπλο. «Σπέρνουν το διχασμό στους έλληνες!!!» κραυγάζουν (ή, ψιθυρίζουν: ενίοτε οι ψίθυροι, είναι πιο επικίνδυνοι απ' τις φωνές) και καλούν «τους πολιτικούς» να «καθίσουν όλοι μαζί και σε κλίμα ομοψυχίας, να βρουν λύση».
Ο διχασμός, ίσως και να 'ναι υπαρκτός. Αν όντως όμως οι Έλληνες είναι διχασμένοι, ο διχασμός αυτός, δεν ξεκίνησε με το δημοψήφισμα. Ξεκίνησε πέντε χρόνια πριν, όταν οι μνημονιακές κυβερνήσεις εξαπέλυαν τα ΜΑΤ με εντολή να κατακρεουργήσουν τα πλήθη που διαμαρτύρονταν στις πλατείες. Όταν το Φλεβάρη του 2012, τα χημικά έφταναν απ' το Σύνταγμα μέχρι το Θησείο και την Πλάκα. Όταν ο κ. Πάγκαλος προκαλούσε το πανελλήνιο προφέροντας το «μαζί τα φάγαμε». Όταν οι μισθοί γίνονταν φιλοδώρημα (που, ΑΝ ήθελε το έδινε το αφεντικό: αν δεν ήθελε, «δούλευε και, κάαααποια στιγμή, μπορεί και να σε πληρώσω, κακομοίρη ζήτουλα που νομίζεις πως έχεις και εργασιακά δικαιώματα!»). Όταν οι ακροδεξιές κορώνες του κ. Σαμαρά ταυτίζονταν με τις χειρότερες μνήμες και στιγμές της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Όταν οι νεοναζί έστηναν το παρακράτος τους υπό τις ευλογίες της ΕΛ.ΑΣ. Όταν τέλος, οι πεινασμένοι, βλέπανε απέναντί τους τους χορτάτους να τους κουνάνε το δάχτυλο επειδή τολμούν και πεινούν!!
Έχει μνήμη αυτός ο λαός; Να ένα απ' τα στοιχήματα του δημοψηφίσματος της Κυριακής. Η μνήμη αυτή, είναι ισχυρότερη απ' τη μιντιακή προπαγάνδα; Ο συνταξιούχος, μόλις συνέλθει απ' την πολύωρη αναμονή του στην ουρά για τα «ταπεινά» 120 ευρώ, θα θυμηθεί πως όσοι τον καλούν να σωθεί ψηφίζοντας «ναι» είναι οι ίδιοι που κόψανε τη σύνταξη του στο μισό, και που φιλοδοξούν να κόψουν και το άλλο μισό, πάντα για «τη σωτηρία του έθνους»; Ο επί πενταετία άνεργος, θα θυμηθεί ποιοι τον οδήγησαν σ' αυτή την παρατεταμένη ανεργία; Ο καταθέτης, που τρέμει μην τυχόν και «κουρευτούν» οι καταθέσεις του, θα κάνει το λογαριασμό να δει πόσο μειώθηκαν απ' το 2010 και μετά; Ο ασθενής, θα θυμηθεί το εισιτήριο για τα νοσοκομεία, την εγχείρησή του που αναβλήθηκε γιατί δεν υπήρχαν γάζες ή νοσηλευτές; Να μερικά ακόμη στοιχήματα.
«Τα παιδιά δεν έχουν μνήμη/τους προγόνους τους πουλούν» έγραφε ο Μάνος Χατζιδάκις πολλά χρόνια πριν, στο – μαγικό – «Τα παιδιά κάτω στον κάμπο»: οι λαοί, είναι τελικά σαν τα μικρά παιδιά; Εκείνα, που δεν έχουν μνήμη; Αυτό είναι σε τελική ανάλυση το μεγάλο ερώτημα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου. Ερώτημα που εύκολα μπορεί να απαντηθεί: ένα κλικ στο «off» του τηλεκοντρόλ χρειάζεται μόνο...
Υπάρχει κι ένα ακόμη μείζον ερώτημα, κι αυτό, μόνο η ελληνική κυβέρνηση είναι σε θέση να το απαντήσει: ένας άλλος δρόμος, είναι τελικά εφικτός; Κι αν ναι... μπορεί αυτός ο «άλλος δρόμος» να περνάει μέσα από τις ίδιες, αποτυχημένες συνταγές του παρελθόντος;
(Πρώτη δημοσίευση: inagreece.gr)