Αν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Γ. Δραγασάκης πίστευε τα μισά έστω απ' τα όσα είπε σήμερα στην εκδήλωση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής με αντικείμενο την κρίση, τις μεταρρυθμίσεις και την ανάπτυξη, τότε μάλλον δεν θα έπρεπε καν να αναφερθεί στο ποια θα είναι τα επόμενα βήματα «εφόσον η δεύτερη αξιολόγηση κλείσει με μια συνολική συμφωνία, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση». Αν όντως ο κ. Δραγασάκης έχει – έστω και κατ' ελάχιστον – την πεποίθηση ότι «η χώρα μας γίνεται πεδίο ευρύτερων αντιπαραθέσεων που αφορούν το μέλλον όχι μόνο της χώρας μας, αλλά και όλης της Ευρώπης» κι αν στ' αλήθεια ανησυχεί γι' αυτό το μέλλον, θα πρέπει παράλληλα να γνωρίζει με απόλυτη βεβαιότητα ότι καθόλου καλές υπηρεσίες δεν προσφέρει στη χώρα μας και στην Ευρώπη η εμμονή στην εφαρμογή μιας σειρά μνημονίων που κάθε άλλο παρά συμβάλλουν στην επιστροφή «στην ευρωπαϊκή κανονικότητα».
Ο κ. Δραγασάκης, βεβαίως, δεν είναι αφελής. Γνωρίζει καλά ότι η εφαρμογή των «μνημονιακών δεσμεύσεων» και ο... εμπλουτισμός τους (σ.σ.: έστω κι αν αυτός ο εμπλουτισμός δεν αποτελεί – πάντα κατά τον κ. Δραγασάκη – 4ο μνημόνιο) προκειμένου «να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση», είναι ένας δρόμος που σαφώς οδηγεί σε μια «κανονικότητα», μόνο που η κανονικότητα στην οποία οδηγεί δεν είναι εκείνη που μάθαμε να αποκαλούμε «ευρωπαϊκή» στη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο Ευρώπη. Άλλες «κανονικότητες» έχει ως προορισμό.
Με δεδομένο πως ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης γνωρίζει – ή οφείλει να γνωρίζει, γιατί νέος στην πολιτική δεν είναι – πού ακριβώς οδηγείται η χώρα και η Ευρώπη με την πιστή από πλευράς μας εφαρμογή μιας πολιτικής σκληρής κι αέναης λιτότητας, είναι απορίας άξιον προς τι η αναφορά στη δημιουργία δυνατοτήτων «ευρύτερων συμμαχιών και συμπράξεων, δυνατότητες τις οποίες η χώρα πρέπει για πολλούς λόγους να αξιοποιεί και η σημερινή κυβέρνηση να διευρύνει όπως και να επιχειρεί». Εφαρμόζοντας μια πολιτική που μοναδικό στόχο έχει τη βίαιη φτωχοποίηση της συντριπτικής πλειονότητας των ευρωπαϊκών πληθυσμών προκειμένου να υπερπολλαπλασιαστούν τα κέρδη του κεφαλαίου, τι ακριβώς «συμμαχίες» μπορεί να οικοδομηθούν μεταξύ των εφαρμοστών των πολιτικών αυτών; Και τι κέρδος μπορούν να προσδοκούν οι κοινωνίες απ' τις συμμαχίες αυτές;
Τα πιστεύει τα όσα είπε ο κ. Δραγασάκης; Ή απλώς κάτι πρέπει να λέει στο «πόπολο»; Κι αν ισχύει το δεύτερο... πιστεύει στ' αλήθεια πως το «πόπολο» τον πιστεύει όταν, π.χ., αναφέρει ότι «κάθε συζήτηση για 4ο μνημόνιο είναι άστοχη και μπορεί να καταστεί επικίνδυνη»; Ή πλέον καθόλου δεν απασχολεί τα στελέχη της κυβέρνησης το αν τα όσα λένε γίνονται πιστευτά;