Δεν ήταν μόνο ο υπουργός Εξωτερικών κ. Ν. Κοτζιάς που μίλησε (στον ΣΚΑΪ) για «κόκκινη γραμμή» στα ελληνοτουρκικά: την ίδια ακριβώς έκφραση χρησιμοποίησε σήμερα και ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Δ. Βίτσας σε συνέντευξή του σε άλλο τηλεοπτικό σταθμό (ΑΝΤ1). Αντιπαραβάλλοντας τις δηλώσεις των δυο υπουργών με την «αφωνία» δυο άλλων συναδέλφων τους (σ.σ.: του υπουργού Οικονομικών κ. Ευκλ. Τσακαλώτου και του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Χουλιαράκη) σε έναν άλλο τομέα της πολιτικής που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οριοθετούσε επίσης «κόκκινες γραμμές» (Οικονομία) και συνυπολογίζοντας τη «σιωπή» αναφορικά με τη χθεσινή πολύωρη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, καθίσταται, πιστεύουμε, σαφές πως η κυβέρνηση επιχειρεί να αλλάξει την ατζέντα, μεταθέτοντας το ενδιαφέρον απ' την Οικονομία στα εθνικά θέματα.
Αν ο κ. Κοτζιάς επέλεξε να μην ορίσει με σαφήνεια ποια ακριβώς είναι η «κόκκινη γραμμή» μας στα ελληνοτουρκικά, ο κ. Βίτσας δεν είχε πρόβλημα να το πράξει. «Για εμάς “κόκκινη γραμμή” είναι η εθνική μας κυριαρχία και η εθνική μας ανεξαρτησία. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο βεβαίως δεν υπάρχουνε γκρίζες ζώνες για μας» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βίτσας, και η συγκεκριμένη φράση του χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Γιατί; Μα... επειδή ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας δεν αναφέρθηκε σε «εδαφική», μα σε «εθνική» κυριαρχία. Και είθισται ένας υπουργός Εθνικής Άμυνας (έστω και αναπληρωτής) να έχει ως κύριο μέλημά του αυτήν ακριβώς την «εδαφική» κυριαρχία.
Το αν η αναφορά ήταν απλώς μια γλωσσική παραδρομή ή όχι (σ.σ.: να χρησιμοποίησε κατά λάθος δηλαδή τη λέξη «εθνική» αντί της αναμενόμενης «εδαφική») δεν έχει και τόση σημασία: είναι γνωστό άλλωστε πως η λανθάνουσα γλώσσα, ενίοτε είναι η γλώσσα της ειλικρίνειας. Οι εραστές της Σημειωτικής εύκολα θα μπορούσαν, με μόνη αυτή τη φράση, να καταλήξουν στο συμπέρασμα πως ο κ. Βίτσας άλλο πράγμα περιέγραφε και άλλο πράγμα είχε στο μυαλό του. Ίσως γιατί τα ελληνοτουρκικά είναι και για την ελληνική κυβέρνηση ό,τι και για την τουρκική: ένα προπέτασμα καπνού, προκειμένου να στραφεί η προσοχή της κοινής γνώμης σε δευτερεύοντα, και τεχνηέντως διογκωμένα, ζητήματα.
Τη διόγκωση την επιχειρεί προφανώς η τουρκική πλευρά για ευνόητους λόγους, καμιά αντίρρηση. Και η δική μας πλευρά πάντως φαίνεται να βρίσκει ένα πρώτης τάξεως σωσίβιο μέσω της διόγκωσης αυτής. Για ομοίως ευνόητους λόγους. Και είναι γνωστό στους προσεκτικούς μελετητές της Ιστορίας πως, όταν βγαίνουν στο πέλαγος οι κανονιοφόροι προς τόνωση του «εθνικού φρονήματος», τυχόν «ατυχήματα» μόνο ως τέτοια δεν πρέπει να εκλαμβάνονται. Ο αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης, αν μη τι άλλο, ενέχει το στοιχείο της προμελέτης. Ιδίως όταν ρίχνονται στα νερά και «κόκκινες γραμμές».