Πρόεδρος της νέας Βουλής εκλέχθηκε, το μεσημέρι της Κυριακής, κατόπιν μυστικής ψηφοφορίας, ο Νίκος Βούτσης με 181 ψήφους υπέρ σε σύνολο 297 ψηφισάντων. Η υποψηφιότητα του στηρίχθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, τους ΑΝΕΛ και την Ένωση Κεντρώων, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ δήλωσαν ότι ψηφίζουν κατά συνείδηση, ενώ μη θετική ήταν η ψήφος της Χρυσής Αυγής, του ΚΚΕ και του Ποταμιού. Στην ψηφοφορία, από την οποία απουσίασαν οι Ν. Μιχαλολιάκος, Π. Καμμένος και Ν. Νικολόπουλος, βρέθηκαν ακόμα 113 λευκά και 3 άκυρα.
Ανεβαίνοντας στη θέση του Προέδρου, ο Νίκος Βούτσης ευχαρίστησε από καρδιάς τα μέλη του σώματος για την τιμή που του έκαναν, ενώ στη συνέχεια έκανε λόγο για τη δυσκολία της συγκυρίας και «την υποχρέωση να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αφορούν ως επιμέρους κομματικά σύνολα, ως άτομα και εν συνόλω ως Βουλή των Ελλήνων», μη παραλείποντας ωστόσο να αναφερθεί στον βραχυπρόθεσμο (κυβερνητικό) στόχο της εφαρμογής αντίρροπων πολιτικών υπέρ των κοινωνικά ασθενέστερων και στον μακροπρόθεσμο της εξόδου από τα μνημόνια εντός της τετραετίας.
Αναφορικά με τη νομοθέτηση, διευκρίνισε ότι θα ακολουθηθούν πιστά οι επιταγές του Κανονισμού της Βουλής μέσα από «συναινετική, δημιουργική εφαρμογή των διαδικασιών, χωρίς τυπολατρίες, αλλά και με την αποφυγή εκτάκτων καταστάσεων». Τόνισε ακόμα ότι στόχος του είναι η ενίσχυση της ουσιαστικής και αδιαμεσολάβητης επαφής του κοινοβουλευτικού με το κοινωνικό σώμα και στο πλαίσιο αυτό πολύτιμη θα είναι η συμβολή του Καναλιού της Βουλής που μπορεί να αναβαθμιστεί με στόχο «την αμεσότητα στην προσέγγιση προβλημάτων και κοινωνικών ομάδων, την ανάδειξη θεματικών και θεωρητικών διεργασιών, την υποστήριξη πλήθους δραστηριοτήτων και πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών».
Για τα θέματα που αφορούν το δημόσιο συμφέρον και την ενδεχόμενη εμπλοκή δημόσιων προσώπων σε σκάνδαλα, ο κ. Βούτσης επισήμανε ότι θα πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένα, τεκμηριωμένα συμπεράσματα που θα οδηγούν στην απόδοση ευθυνών ενώπιον των αρμοδίων αρχών της δικαιοσύνης και να μην μένουν υπόνοιες για ανοχή και συνδιαλλαγή. Μίλησε ακόμα για αποκλεισμό από άλλες συμβάσεις ή δουλειές του Δημοσίου εταιριών που εμπλέκονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με σκάνδαλα.
Ο νέος ΠτΒ χαρακτήρισε απολύτως ώριμο το ζήτημα της συμπερίληψης όλων των λεγόμενων ειδικών Κανονισμών των υπηρεσιών της Βουλής στο πλαίσιο του γενικού Κανονισμού – και την άρση των υπαρχουσών διακρίσεων και των ιδιότυπων σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί μέσα από αυτούς τους ειδικούς Κανονισμούς – όπως επίσης και την οργάνωση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης σε όλες τις υπηρεσίες και τους τομείς της καθημερινότητας και του κοινοβουλευτικού έργου. Έκανε ακόμα λόγο για επέκταση αυτής της αναβάθμισης στις σχέσεις με τους πολίτες δια της οργάνωσης ειδικής υπηρεσίας και εξωτερικού γραφείου, ενός είδους «ΚΕΠ της Βουλής».
Η αποκατάσταση ισότιμων όρων στις συνθήκες και τις σχέσεις εργασίας όλων των εργαζομένων στη Βουλή είναι ένα ακόμα ζητούμενο για τον κ. Βούτση και θα γίνει δυνατή μέσω της αναδιάρθρωσης των οργανογραμμάτων ώστε να ανταποκρίνονται σε πραγματικές ανάγκες και μεγέθη. «Η Βουλή αντί να υστερεί φανερά, θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή, στη μεγάλη προσπάθεια που θα ενταθεί για μια σύγχρονη, αποτελεσματική διοικητική μεταρρύθμιση, με κριτήρια αξιοκρατίας, εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος και διασφάλισης των εργασιακών συνθηκών, των δικαιωμάτων και των μισθολογικών απολαβών των λειτουργών του Δημοσίου» σημείωσε, παραπέμποντας και στις αρμοδιότητες του προηγούμενου χαρτοφυλακίου του.
Σε ό, τι αφορά τα οικονομικά των βουλευτών, επισήμανε ότι έχουν ήδη υπάρξει μειώσεις τα προηγούμενα χρόνια στο καθεστώς αποζημιώσεων και επιδομάτων και πλέον θα συζητηθούν με τις προβλεπόμενες διαδικασίες μέτρα που η Κυβέρνηση έχει ήδη εισηγηθεί και προαναγγείλει, δηλαδή η εξομοίωση του φορολογικού καθεστώτος βουλευτών και πολιτών και η μείωση του βασικού μισθού με πρόνοια ώστε να μη θιγούν αποζημιώσεις π.χ. αιρετών που συμπαρασύρονται κατά το νόμο.
«Γίνεται συχνά λόγος για πλημμελή λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Το γεγονός ότι η συγκυρία κατέστησε αναγκαία την αποδοχή μιας σειράς εξωγενών δεσμεύσεων έδωσε αφορμή να υψωθούν από ορισμένες πλευρές οι τόνοι για κατάλυση της δημοκρατίας. Οι εκδοχές αυτές δεν είναι μόνο πολιτικά προβληματικές, είναι και ανιστόρητες και λογικά εσφαλμένες.
Από τη μια μεριά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα προσβάλλεται βάναυσα η ιστορική, συλλογική μας μνήμη. Όμως δεν μετασχηματίζεται μόνο η πρόσληψη του παρελθόντος. Από τη στιγμή που μπορεί να ταυτίζεται ή έστω να συγκρίνεται κατ’ υπόνοια η δημοκρατία μας με τις πραξικοπηματικές εκτροπές που γνωρίσαμε ως χώρα, τόσο το παρόν όσο και το μέλλον διαθλώνται μέσα από παραμορφωτικούς καθρέφτες.
Από την άλλη μεριά, είναι σαφές ότι η εμμονή στην ορθή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών είναι αναγκαία, αλλά όχι επαρκής προϋπόθεση της πολιτειακής μας τάξης. Η δημοκρατία δεν μπορεί από μόνη της να αλλάξει τις δυσμενείς συγκυρίες, ούτε να άρει τις αντιφάσεις της πραγματικότητας. Μπορεί όμως να εγγυηθεί ότι όλες οι υπεύθυνες πολιτικές αποφάσεις θα εξακολουθούν να λαμβάνονται στο αυστηρό πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων με μόνο κριτήριο το γενικό συμφέρον και με δημόσιο έλεγχο πάνω στις διαφαινόμενες συνέπειες. Γι’ αυτό αξίζει να αντιστεκόμαστε κατεξοχήν σε τέτοιες περιόδους που οι κίνδυνοι για τη χώρα πολλαπλασιάζονται» κατέληξε.
(Πρώτη δημοσίευση: inagreece.gr)