Χωρίς απόφαση για τη χρηματοδότηση η μη του ελληνικού προγράμματος, αναμένεται να κλείσει η σημερινή συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ. Την ίδια στιγμή η έκθεσή του συνεχίζει να χαρακτηρίζει το ελληνικό χρέος ως «εξαιρετικά μη βιώσιμο», προτείνοντας την εφαρμογή μιας σειράς μέτρων ώστε να αντιμετωπιστούν οι «προκλήσεις» της ελληνικής οικονομίας.

Τη συνεδρίαση του εκτελεστικού συμβουλίου του ΔΝΤ σχετικά με την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, επιβεβαίωσε μέσω twitter ο εκπρόσωπος του Ταμείου Τζέρι Ράις, προσθέτοντας όμως ότι «απόφαση του ΔΝΤ για δυνητική μελλοντική χρηματοδότηση δεν είναι στην ατζέντα».

Σημειώνεται ότι η σημερινή συνεδρίαση είναι στο πλαίσιο της διαβούλευσης του άρθρου 4. Με βάση αυτό, συντάσσεται μια έκθεση σχετικά με την πορεία της οικονομίας της Ελλάδας, η οποία κατατίθεται στα αρμόδια διοικητικά όργανα του Ταμείου, ώστε αυτά να αποφασίσουν εάν θα υπάρξει συμμετοχή στο πρόγραμμα μέσω χρηματοδότησης.

Σε κάθε περίπτωση, κι ενώ η απόφαση αυτή για την Ελλάδα μάλλον θα καθυστερήσει, στοιχεία από την Έκθεση που κατατέθηκε από τους τεχνοκράτες του ΔΝΤ για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, που παρουσίασε, κατ’ αποκλειστικότητα, στοιχεία αυτής της έκθεσης, το ΔΝΤ διαπιστώνει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με τέσσερις προκλήσεις.

 

Συντάξεις, φορολογικά έσοδα, τράπεζες, τιμές

1. Πρώτη πρόκληση σύμφωνα με το ΔΝΤ συνιστά η μείωση των συντάξεων, καθώς, όπως διαπιστώνει, το υφιστάμενο σύστημα δεν είναι βιώσιμο και στηρίζεται κατά κύριο λόγο από τους υψηλούς φόρους.

Σύμφωνα με το Ταμείο, το τελευταίο πακέτο των μέτρων που συμφωνήθηκαν με τον ESM αναμένεται να αποδώσει περίπου 4% του ΑΕΠ ως το 2018. Ωστόσο το πακέτο αυτό στηρίζεται κατά μείζονα λόγο (3% του ΑΕΠ) στην αύξηση των εσόδων. Η μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% που προβλέπεται στον αυτόματο μηχανισμό διόρθωσης, δεν επιλύει τις στρεβλώσεις του ασφαλιστικού συστήματος το οποίο αντιμετωπίζει ένα έλλειμμα που αντιστοιχεί στο 11% του ΑΕΠ της χώρας, έναντι ελλείμματος 2,5% κατά μέσο όρο στις χώρες της ευρωζώνης.

* Στο σημείο αυτό το ΔΝΤ επαναφέρει το ζήτημα της μείωσης του αφορολογήτου καθώς, όπως αναφέρει, το 50% των μισθωτών και συνταξιούχων βρίσκονται κάτω από το όριο αυτό με αποτέλεσμα να μην πληρώνουν καθόλου φόρο, ενώ το ποσοστό αυτό στις άλλες χώρες της ΕΕ ανέρχεται μόλις σε 8%.

2.  Δεύτερη πρόκληση αφορά στην αναποτελεσματικότητα της φορολογικής διοίκησης και της επακόλουθης αύξησης του χρέους νοικοκυριών και επιχειρήσεων στην εφορία.

Το ΔΝΤ αναφέρει ότι συνολικά τα χρέη των ιδιωτών προς το Δημόσιο φτάνουν το 70% του ΑΕΠ της Ελλάδας. Το πρόβλημα επιτείνεται από τις «πολιτικές παρεμβάσεις» στις φορολογικές αρχές, τις οποίες έχουν διακριβώσει επανειλημμένως οι τεχνοκράτες του Ταμείου.

3.  Οι τράπεζες και οι αδύναμοι ισολογισμοί τους σε συνάρτηση με τον τρόπο διοίκησης τους συνιστούν την τρίτη πρόκληση. Το ΔΝΤ διαπιστώνει ότι οι προσπάθειες ώστε οι διοικήσεις των τραπεζών να λειτουργήσουν χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις δεν έχουν ακόμη αποδώσει, αναφέροντας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα έχουν συμβεί με την επιλογή του επικεφαλής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

4. Οι δομικές ακαμψίες οι οποίες εμποδίζουν την χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη της οικονομίας, αποτελούν την τέταρτη πρόκληση.

Το ΔΝΤ αναγνωρίζει ότι το βάρος της προσαρμογής που συντελέστηκε την περίοδο 2010-11, το έφεραν οι μισθωτοί. Ωστόσο, όπως διαπιστώνει, παρά την σημαντική μείωση των μισθών, οι τιμές στην αγορά ελάχιστα μόνον έχουν προσαρμοστεί προς τα κάτω. Έτσι, η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων (σε όρους πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας) υπολείπεται κατά 5% έως 10%. Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι οι ανισότητες στην Ελλάδα έχουν οξυνθεί στην περίοδο της κρίσης.

** Για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το ΔΝΤ εκτιμά ότι το ΑΕΠ μετά από αύξηση 0,4% το 2016 θα αυξηθεί κατά 2,7% φέτος. Για το 2018 η ανάπτυξη αναμένεται να φθάσει το 2,6% και το 2,4% το 2019. Το πρωτογενές πλεόνασμα στον Προϋπολογισμό από 1% το 2016 θα φθάσει το 1,8% το 2018, πρόβλεψη η οποία ευθύνεται κατά κύριο λόγο για την εκτίμηση του ΔΝΤ περί μη βιωσιμότητας του Δημοσίου Χρέους. Ωστόσο οι προβλέψεις αυτές υπόκεινται σε κινδύνους και προϋποθέτουν κατά κύριο λόγο την έγκαιρη υλοποίηση του προγράμματος προσαρμογής (Μνημονίου).

 

Εξαιρετικά μη βιώσιμο το ελληνικό χρέος

Ακόμα, το ΔΝΤ θεωρεί ότι το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδος είναι εξαιρετικά μη διαχειρίσιμο (highly unsustainable) τόσο εξαιτίας του ύψους του (προβλέπεται ότι θα φθάσει το 170% του ΑΕΠ το 2020, για να μειωθεί ελαφρώς στο 164% το 2022, μέχρι να εκτιναχθεί στο 275% το 2060), όσο και των χρηματοδοτικών αναγκών που θα χρειαστεί η χώρα για την εξυπηρέτηση του. Οι δαπάνες αυτές θα ξεπεράσουν το φράγμα του 15% του ΑΕΠ το 2024 και το 20% το 2031 για να φθάσουν το 33% το 2040.

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι απαιτείται μία ουσιαστική αναδιάρθρωση των όρων των δανείων που έχουν χορηγήσει οι Ευρωπαίοι στην Ελλάδα προκειμένου να αποκατασταθεί η «βιωσιμότητα» του Χρέους.

Στο πλαίσιο αυτό το ΔΝΤ προτείνει, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα κυμαίνονται μεσοπρόθεσμα στο 1% με 1,5% του ΑΕΠ, μεταξύ άλλων:

- Να παραταθεί έως το 2040 η περίοδος χάριτος, το οποίο συνεπάγεται μία παράταση κατά 6 ετών των δανείων του ESM και κατά 17 έως 20 ετών για τα διακρατικά δάνεια και εκείνα που έχει χορηγήσει ο EFSF.

- Παράταση του χρόνου λήξης των δανείων έως το 2070, το οποίο οδηγεί σε παράταση του χρόνου αποπληρωμής των διακρατικών δανείων κατά 30 χρόνια, και έως 14 χρόνια για τα δάνεια του EFSF, και 10 χρόνια για τα δάνεια του ESM.

- Αναβολή στην καταβολή τόκων έως το 2040 με κεφαλαιοποίησή τους. Η αποπληρωμή τους προτείνεται να επιμηκυνθεί έως το 2070 και να πραγματοποιηθεί με ισόποσες δόσεις.

- «Κλείδωμα των επιτοκίων» όλων των δανείων που έχουν χορηγήσει ο ESM και ο ΕFSF (περίπου 200 δις ευρώ ή 113% του ΑΕΠ), τουλάχιστον για 30 χρόνια. Το επιτόκιο των δανείων αυτών δεν θα πρέπει να υπερβεί το 1,5%.

 

Σόιμπλε: Ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ σημαίνει το τέλος του προγράμματος

Η Γερμανία πιστεύει ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα παραμείνει εμπλεκόμενο στη διάσωση της Ελλάδας, επανέλαβε σήμερα εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι μια απόφαση του ΔΝΤ για αποχώρηση, θα σήμαινε και το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.

Ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι, εάν το ΔΝΤ δεν συμμετάσχει, «τότε το πρόγραμμα τελείωσε», δήλωσε ο εκπρόσωπος Γεργκ Βάισγκερμπερ, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, όταν ρωτήθηκε για την αναμενόμενη απόφαση του συμβουλίου του ΔΝΤ για την Ελλάδα.

Εν τω μεταξύ, σήμερα έγινε γνωστή η διάψευση του ΥΠΟΙΚ της Γερμανίας από την επιστημονική υπηρεσία της γερμανικής Βουλής. Σε αντίθεση με την επίμονη θέση της πλευράς Σόιμπλε ότι, σε περίπτωση αποχώρησης του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα, η Bundestag χρειάζεται νέα απόφαση για να συνεχιστεί το πρόγραμμα, η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής (έπειτα από σχετική ερώτηση του Die Linke), απεφάνθη ότι κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ

 

Γιώργος Διάκος
Συντάκτης: Γιώργος Διάκος Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.