Έκρηξη βόμβας πραγματοποιήθηκε, μετά από προειδοποιητικό τηλεφώνημα, στο Εφετείο Αθηνών, τα ξημερώματα της Παρασκευής 22 Δεκεμβρίου.
Στις 02:50 τα ξημερώματα της Παρασκευής, άγνωστος τηλεφώνησε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» και στην ιστοσελίδα «Ζούγκλα», προειδοποιώντας για την έκρηξη σε χρονικό πλαίσιο 40 λεπτών και τονίζοντας ότι δεν πρόκειται για φάρσα. Οι Αρχές ενημερώθηκαν άμεσα.
Στις 02:58, κλήθηκε η πυροσβεστική για φωτιά σε βαν Fiat Doblo, στην συμβολή των οδών Κουντουριώτου και Οικονόμου, στα Εξάρχεια. Λέγεται ότι πρόκειται για το όχημα διαφυγής των δραστών.
Πριν την έκρηξη, η αστυνομία είχε περικυκλώσει τη γύρω περιοχή, είχε διακόψει την κυκλοφορία, ενώ περιπολικά ειδοποιούσαν με μεγάφωνα τους περίοικους να παραμείνουν στα σπίτια τους.
Στις 03:25- εντός του χρονικού πλαισίου που είχε αναφερθεί στο προειδοποιητικό τηλεφώνημα- εξερράγη ο αυτοσχέδιος εκρηκτικός μηχανισμός που είχε τοποθετηθεί στην είσοδο του Εφετείου, στα σκαλοπάτια του Εφετείου στη συμβολή της οδού Λουκάρεως με την λεωφόρο Αλεξάνδρας, με αποτέλεσμα να προκληθούν υλικές ζημιές στο κτίριο, χωρίς όμως να υπάρξουν τραυματισμοί.
Αμέσως μετά την έκρηξη ελήφθη και η πρώτη κατάθεση του αστυνομικού που βρισκόταν σε υπηρεσία φύλαξης, ο οποίος ήρθε σε οπτική επαφή με τους δράστες. Σύμφωνα με την κατάθεση αυτή, ο αστυνομικός είδε δυο άντρες να κρατούν ένα σακίδιο πλάτης και να έχουν ανέβει τη σκάλα που οδηγεί στην είσοδο του κεντρικού κτιρίου του Εφετείου. Βρισκόταν μέσα στο κτίριο και τους είδε από τη τζαμαρία. Στη συνέχεια, βγήκε έξω και τους φώναξε «τι θέλετε εδώ;» και τότε ο ένας από τους δυο άφησε στην κολώνα το σακίδιο και έτρεξαν να φύγουν. Κατέβηκαν τη σκάλα, επιβιβάστηκαν σε όχημα που βρισκόταν σταθμευμένο στην οδό Λουκάρεως και εξαφανίστηκαν. Τέλος, ακούστηκε «κάτι σαν πυροβολισμό» ο οποίος δεν αποκλείεται να ήταν προειδοποιητικός, για εκφοβισμό και χωρίς σκοπό πρόκλησης βλάβης.
Αμέσως ξεκίνησε η αναζήτηση των δραστών από τα περιπολικά αλλά και πολιτικά οχήματα της Ασφάλειας, χωρίς όμως να επιτευχθεί ο εντοπισμός τους.
Οι αξιωματικοί του Τμήματος Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών (ΤΕΕΜ), κάνουν λόγο για ωρολογιακό μηχανισμό μεγάλης ισχύος και μετέφεραν τα υπολείμματα αυτού, στα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ ώστε να διαπιστωθεί το είδος της εκρηκτικής ύλης που χρησιμοποιήθηκε.
Σχετικά με τον κάλυκα που βρέθηκε, από τον πυροβολισμό, η ΕΛ.ΑΣ εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία αναφέρει ότι «Ο κάλυκας διαμετρήματος 7,6 2x 39 mm που βρέθηκε στο σημείο, παραπέμπει σε πολεμικό τυφέκιο» ενώ σε επόμενη ανακοίνωση καταλήγει: «από τις εργαστηριακές εξετάσεις της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, στον κάλυκα που βρέθηκε στο σημείο της έκρηξης, προέκυψε ότι προέρχεται από πολεμικό τυφέκιο που δεν έχει χρησιμοποιηθεί σε άλλη ενέργεια».
Σχετικά με το όχημα που χρησιμοποιήθηκε από τους δράστες, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. αυτό «είχε κλαπεί το 2015 από περιοχή του Κέντρου της Αθήνας, ενώ έφερε πινακίδες κυκλοφορίας όμοιου οχήματος, που κυκλοφορεί νόμιμα σε περιοχή των Νοτίων προαστίων».
Μετά την επίθεση, αποφασίστηκε από τη διοίκηση του Εφετείου Αθηνών να αναστείλει τις εργασίες του δικαστηρίου έως και τις 5 Ιανουαρίου 2018, σύμφωνα με ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, καταγγέλλει σε ανακοίνωσή της την επίθεση αυτή ως «επίθεση κατά της Δημοκρατίας».
Μέχρι στιγμής, δεν έχει πραγματοποιηθεί ανάληψη ευθύνης για τη συγκεκριμένη ενέργεια. Φημολογείται ωστόσο ότι η επίθεση πραγματοποιήθηκε κατά των πλειστηριασμών, ενδεχομένως από την «Ομάδα Λαϊκών Αγωνιστών».
Σύμφωνα με δημοσιεύματα, διαπιστώθηκε αμέσως μετά την επίθεση, από τις Αρχές, ότι από τις κάμερες ασφαλείας που έχουν τοποθετηθεί στο κτίριο του Εφετείου, καμία δεν καταγράφει τα σημεία μπροστά απ’ το κτίριο, όπου βρίσκονται οι φρουροί. Λέγεται μάλιστα ότι οι κάμερες αυτές έχουν να λειτουργήσουν από το 2002, λόγω διαφωνίας της εταιρείας που κατασκεύασε το κτίριο και με τις επίσημες Αρχές, οι οποίες είχαν αντιρρήσεις ως προς την επίσημη παράδοση του έργου, με αποτέλεσμα το θέμα των καμερών να μην έχει ολοκληρωθεί ποτέ.